Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

Περιήγηση στα έργα του μεγάλου αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη


 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ  ΟΙΚΟΛΟΓΕΙΝ :  Γράφει ο Γιώργος Σημαιοφορίδης στην μνημειώδη έκδοση «Αττικό τοπίο και περιβάλλον»  (Έκδοση Υπουργείου Πολιτισμού, 1989), σχετικά με  την επιτροπή που το 1954  εκδίδει το πρώτο «Ψήφισμα Προστασίας του Ελληνικού Τοπίου : «…η Ελληνική φύσις και το Ελληνικόν τοπίον αποτελούν εθνικόν θησαυρόν ανήκοντα εις το σύνολον, ο οποίος δεν πρέπει ουδέ καν να βλάπτεται και ο οποίος εν τούτοις έχει υποστή σημαντικάς καταστροφάς….»  Στις 8 Μαϊου 1954 ο Πικιώνης, μέλος της συγκεκριμένης επιτροπής μαζί τον Προβελέγγιο, τον Βαγιανό κ.ά,  εκφωνεί τον γνωστό λόγο «Γαίας ατίμωσις» , που αναφέρεται αποκλειστικά στο αττικό τοπίο.  Με την ευκαιρία της επετείου του θανάτου του Πικιώνη (28 Αυγούστου 1968), μπορούμε κι εμείς να στοχαστούμε την υπόθεση του τοπίου, κατανοώντας την οργανική του σχέση με τη «λειτουργικότητα» της φύσης. Διαφορετικά, η ενασχόληση με το έργο του μεγάλου αρχιτέκτονα  έχει απλώς νεκροφιλικό χαρακτήρα.
Γ.Σχ.  
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΙΚΙΩΝΗΣ
Γεννήθηκε το 1887 στον Πειραιά. Το 1906 γίνεται ο πρώτος μαθητής του Κ.Παρθένη ενώ το 1908 παίρνει το δίπλωμα του Πολιτικού Μηχανικού από το ΕΜΠ. Φεύγει για το Μόναχο και στη συνέχεια για το Παρίσι, όπου σπουδάζει σχέδιο και ζωγραφική στην Académie de la grande Chaumiére. Παράλληλα γράφεται στο εργαστήριο του αρχιτέκτονα G. Chifflot και παρακολουθεί το μάθημα των αρχιτεκτονικών συνθέσεων στην École des Beaux Arts. Το 1912 επιστρέφει στην Ελλάδα και αρχίζει τις πρώτες μελέτες για την αρχιτεκτονική της νεοελληνικής παράδοσης. Το 1921 διορίζεται Επιμελητής του Καθηγητή Α.Ορλάνδου στο μάθημα της Μορφολογίας της Αρχιτεκτονικής και Ρυθμολογίας όπου παραμένει μέχρι τα μέσα του 1923. Το 1925 ονομάζεται έκτακτος Καθηγητής του Ε.Μ.Π. στην έδρα της Διακοσμητικής. Το 1930 μονιμοποιείται στην ίδια Έδρα. Το 1958 συνταξιοδοτείται. Το 1966 εκλέγεται τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών (τάξη Γραμμάτων και Τεχνών) στην Έδρα της Αρχιτεκτονικής. Πεθαίνει τον Αύγουστο του 1968.
*******
Ο Δημήτρης Πικιώνης ήταν ένας άνθρωπος μοναχικός και για ορισμένους περίεργος, που πέρασε ήσυχα τη ζωή του σχεδιάζοντας ασταμάτητα και διδάσκοντας στο Πολυτεχνείο.
Στα γραπτά, στη ζωγραφική, στα λιγοστά κτίρια και στις υπαίθριες διαμορφώσεις που μελέτησε, αποκαλύπτει έναν κόσμο μελαγχολικό και σκιρτήματα φυσιολατρίας.
Στην πραγματικότητα όμως ήταν κάτι πιο σύνθετο: ένας αρχιτέκτονας-στοχαστής (ο Αρης Προβελέγγιος έλεγε πως είχε αποστηθίσει ολόκληρα κομμάτια του Αισχύλου) που δοκίμασε μια μορφή ασκητείας στην κατάκτηση της «αυθεντικότητας» και πάνω απ' όλα έβαζε την μεγάλη του αγάπη, τη ζωγραφική.

Η αίσθηση που έχω από τα έργα του είναι εκείνη ενός δέους που κατορθώνει να κάνει την αρχιτεκτονική ενδόμυχη υπόθεση. Ποτέ δεν με συνεπήρε η διατυμπανισμένη σχέση τους με την παράδοση και η αόριστη εξιδανίκευση της μαστορικής ή του τεχνίτη, που ενθάρρυνε ο αρχιτέκτονας. Ο ίδιος μάλιστα αργότερα στις σημειώσεις του για μια ομιλία στην Ακαδημία Αθηνών θα τη γενικεύσει, μιλώντας για την «ενιαία παράδοση του πλανήτη» που απλώνεται από την Ανατολή στη Δύση και από τον Βορρά στη Μεσημβρία. 

Το ωραιότερο ή ίσως το σημαντικότερο σπίτι που μελέτησε ο Πικιώνης είναι το σπίτι της γλύπτριας Φρόσως Ευθυμιάδη - Μενεγάκη (1949) στην Κυπριάδου. Πρόκειται για το πρώτο παράξενο «κτίριο-τοπίο» που είδα στη ζωή μου, στη γειτονιά της παιδικής ηλικίας. Με έλκυε πάντα η αίσθηση του μυστηρίου που εξέπεμπε αυτό το σπίτι: το εσωτερικό του φαινόταν μέσα από μια αχλύ που καλλιεργούσε την εντύπωση του Μυστικού («Το παιδί μαθαίνει ακούγοντας μυστικές φωνές μέσα του», έλεγε ο Πικιώνης). Η σημερινή του εγκατάλειψη επιβεβαιώνει ότι δεν μπορεί να υπάρξει κατοίκηση δίχως μυστικό. 

Στο σπίτι αυτό ­ και πιο πλουσιοπάροχα στην Οικία Ποταμιάνου (1954) ­ οι αναφορές στην παράδοση συνυπάρχουν αιφνιδιαστικά με μοντέρνα στοιχεία, αναστρέφοντας την προβεβλημένη ιδιοσυγκρασία του αρχιτέκτονα. Η ιδέα της κατοίκησης φαντάζει πιο αληθινή (δηλαδή αντιφατική) και το σπίτι-εργαστήριο της γλύπτριας λιγότερο ιδεοληπτικό. Μια τέτοια συνύπαρξη μπορεί να έκανε επιφυλακτικούς τους ιστορικούς (που το υποτίμησαν) και τους δογματικούς οπαδούς ενός αρχιτέκτονα, που περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο ενδιαφέρθηκε για τους υπαινιγμούς της μορφής. 
Περπάτησα κάποτε το σπίτι τής Μενεγάκη και είδα τις κρυφές ατμόσφαιρες, τις χειροποίητες φαντασιώσεις του αρχιτέκτονα και το φωτεινό ατελιέ της γλύπτριας, η οποία έλεγε ότι ο Πικιώνης όταν χτιζόταν το σπίτι πήγαινε τα βράδια μ' ένα κερί στο χέρι και την επόμενη ημέρα άλλαζε τη σκάλα γιατί δεν του άρεσαν οι σκιές. «Τα μεσόφωτα», θα γράψει ο Πικιώνης στο «Πρόβλημα της μορφής» αναφερόμενος στον Ροντέν, «είναι η ζωή του πλαστικού έργου». Αν η εικόνα αυτού του σπιτιού γοητεύει είναι γιατί φέρνει στη σκέψη μας τον νοτιά και μια αρχιτεκτονική που είναι μοντέρνα και ταπεινή με ανορθόδοξο τρόπο. 

Το ίδιο συναίσθημα του δέους και του νοτιά προκαλούν και οι διαμορφώσεις του αρχαιολογικού χώρου γύρω από την Ακρόπολη και τον Λόφο του Φιλοπάππου, η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου Λουμπαρδιάρη και το Τουριστικό Περίπτερο (1951-1957) και ο Παιδικός Κήπος της Φιλοθέης (1961-1964). Περπατώντας ξανά σήμερα σ' αυτούς τους χώρους, αντιλαμβάνομαι ότι αυτό που θαυμάζω περισσότερο δεν είναι ο τρόπος με τον οποίο αφομοιώνουν την παράδοση, ο «επιστρεπτικός» τους χαρακτήρας (που ήταν μια από τις τρεις αρχές που ανέφερε ο Σικελιανός στον Πικιώνη), αλλά η αργή και ήσυχη ζωή που υπονοούν: ένας αργόσυρτος χρόνος αισθημάτων, ο οποίος μας κάνει να βλέπουμε διαφορετικά, απενοχοποιώντας τις λεπτεπίλεπτες διακοσμήσεις και τις αδρές λεπτομέρειες· μια γαλήνια αρχιτεκτονική που μοιράζει ευγενικά στιγμές αναμονής, στιγμές ηδείας νωθρότητας και εικόνες για ν' ανακαλύψεις. 

Περισσότερο από μια επιδεικτική σχέση με την παράδοση μια τέτοια αρχιτεκτονική εκφράζει απέναντί της μια «εράσμια» (αυτή είναι η επόμενη αρχή του Σικελιανού) αμηχανία που εξευγενίζει. Κάτω από αυτό το πνεύμα, πρέπει να δούμε και την εμμονή που είχε ο αρχιτέκτονας με το τοπίο και τον γεωφυσικό περίγυρο. «Η αρχιτεκτονική του Πικιώνη βγαίνει κατ' ευθείαν μέσα από τη γη. Και μαζί ο αρχιτέκτονας». Αυτή είναι η πιο καίρια παρατήρηση που θα κάνει ο Ζήσιμος Λορεντζάτος. Η χθόνια καταγωγή της αρχιτεκτονικής και συνάντησή της με μία (επιτρέψτε μου την έκφραση) σχεδόν παγανιστική μυστικοπάθεια: «Η γη αυτή, σπάργανο, σάβανο, σπλάγχνο και λάκκος, επιβάλλει τις μορφές, προσδιορίζει τα μέτρα, οργανισμός ζωντανός, πάντα ο ίδιος και πάντα ένας άλλος». Ο ίδιος άλλωστε ο Πικιώνης θα γράψει μια φράση που κανείς άλλος δεν θα μπορούσε να τη διατυπώσει έτσι: «Ήταν φορές που αισθανόμουν πως εις τα θεμέλια που εισχωρούσαν βαθιά στη γη, εις τους ογκώδεις τοίχους και τις καμάρες των, ήταν η ψυχή μου που εντοιχιζόταν εις το ανώνυμο πλήθος των...». 

Παραδοσιακός ή μοντέρνος; 

Στο αυτοβιογραφικό σημείωμα που δημοσίευσε ο αρχιτέκτονας στον «Ζυγό», το 1958, θα γράψει: «Όταν το κίνημα τούτο το γνώρισα [εννοεί το σύγχρονο κίνημα], είδα πως ένα βήμα με χώριζε από κείνο. Αν οι οξυδερκέστεροι από μας το παραδεχτήκαμε τότε ήταν για τους λόγους τούτους: Πως υποσχόταν την πλήρωση της οργανικής αλήθειας, πως ήταν αυστηρό και απλό και το κυβερνούσε μια γεωμετρία ενός καθολικού σχήματος, ικανού να συμβολίσει την εποχή μας. Το Σχολείο του Λυκαβηττού χτίστηκε περί το 1933. Όταν τελείωσε, δεν με ικανοποιούσε. Είναι τότε που στοχάστηκα πως το οικουμενικό πνεύμα πρέπει να συντεθεί με το πνεύμα της εθνότητος· είν' απ' τις σκέψεις τούτες που βγήκαν: το Πειραματικό Σχολείο της Θεσσαλονίκης (1935), η πολυκατοικία Χέυδεν (κάτοψη Μητσάκη - 1938), το σπίτι της γλύπτριας Φρόσως Ευθυμιάδη (1949)». 
Αυτός ο διαχωρισμός του Πικιώνη προκάλεσε σειρά παρενεργειών που έφτασαν στο σημείο να χαράξουν μια γραμμή Μαζινό ανάμεσα σε μια πρώτη «μοντέρνα» περίοδο και μια δεύτερη «στο πνεύμα της εθνότητας». Μπορεί βέβαια με τον τρόπο αυτό να δήλωνε τη συγκατάθεσή του στις διάχυτες στη γενιά του 1930 αντιλήψεις περί ελληνικότητας, για τις οποίες συνέβαλε αποφασιστικά. Καλλιέργησε όμως μια από τις μεγαλύτερες παρεξηγήσεις που δεν μας αφήνει να διακρίνουμε το συνεκτικό στοιχείο που διαπερνά απ' άκρη σ' άκρη το έργο του: τη σταθερή, δηλαδή, διατήρηση του αινίγματος μέσα στη διαφορά. 


Μια αινιγματική μορφή 

Ο Πικιώνης έγινε λοιπόν ο πιο γνωστός αλλά και ο πιο παρεξηγημένος από τους Έλληνες αρχιτέκτονες. Θα έλεγα μάλιστα ότι η φήμη του έγινε ευθέως ανάλογη της σύγχυσης που επικρατεί γύρω από το έργο του. Έτσι, λοιπόν, ο αρχιτέκτονας που τυγχάνει σήμερα μιας ευρείας αναγνωρίσεως σε όλο τον κόσμο, με εκθέσεις, αφιερώματα και μνημειώδεις εκδόσεις (αναφέρω την πρόσφατη της «Εlecta» και τη «Χίο» του «Ινδίκτου»), έχει μείνει στους περισσότερους, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, ως ένας υπερασπιστής της παράδοσης, ως ένας αξιοσέβαστος αρχαιολάτρης που δόξασε το ελληνικό τοπίο: με λίγα λόγια, ένας εξόριστος από την πραγματικότητα στην οποία ζούμε. Οι «συνεχιστές» του Πικιώνη πρόβαλλαν όλα αυτά τα χρόνια το έργο του με λανθασμένο τρόπο, σαν μια μονοδιάστατη άρνηση καθετί καινούργιου, έχοντας συχνά ευρύτερους στόχους. Και είναι πράγματι παράξενο ότι οι λαθραίες παγίδες των σχηματοποιήσεων, καθώς και ο «αποκαλυπτικός» και μίζερος τόνος τους, αναπαράγονται στο διηνεκές, ακόμη και σε μερικούς νεώτερους που θεωρούν το έργο του παρωχημένο, μακριά από τις νέες δυναμικές της «μετά-πόλης». 

Ο Πικιώνης όμως είναι κι αυτός, μ' έναν σύνθετο και κριτικό τρόπο, ένας από τους «εισηγητές» της νεωτερικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα, προτάσσοντας πάντα ως μότο και ελπίδα τη φράση: «Να μοιάσουμε μ' αυτό που πραγματικά είμαστε» (1950). Διευκρινίζω όμως για να αποφύγω τις παρεξηγήσεις: αν σήμερα όλη η αρχιτεκτονική είναι νεωτερική ή μετα-νεωτερική δεν σημαίνει ότι είναι με τον τρόπο του Πικιώνη. Η πραγματική συνεισφορά του δεν είναι η τυφλή άρνηση του μοντέρνου, αλλά ο ανθρωπολογικός και μεταφυσικός εμπλουτισμός του. Από εδώ ίσως πηγάζει η «συναισθηματική» (μια λέξη που επαναλάμβανε συχνά) και η μελαγχολική φλέβα του έργου του. 
Σκεφθείτε τις πολυσυζητημένες αναφορές του στον κυβισμό, τα απροκατάληπτα και αλλόκοτα «εμφυτεύματα» του μπετόν σε σχήματα που μοιάζουν θρεμμένα από την ικμάδα της «παράδοσης του πλανήτη» και τις στενές σχέσεις που διατηρούσε μ' έναν άτεγκτο νεωτεριστή πολεοδόμο σαν τον Κωνσταντίνο Δοξιάδη. Και όλα αυτά, την ίδια στιγμή που γράφει για την «απόλυτη ενότητα» που έχουν «οι ρίζες ενός έθνους» και συζητά με τον Φώτη Κόντογλου για εκείνο το παράξενο και καθαρτήριο αεράκι που περνά από την Κυπριάδου και ενώνει την Πεντέλη με τον Πειραιά. 

Αυτοί οι ανορθόδοξοι συνδυασμοί και οι παράδοξες λεπτομέρειες απεχθάνονται την καθαρότητα και την απογύμνωση, μεταμορφώνουν την τάξη των γνώριμων μορφών, αναδεικνύοντας τον Πικιώνη στην πιο αινιγματική μορφή της ελληνικής αρχιτεκτονικής. Εδώ βρίσκεται και η διαφορά του από τον 'ρη Κωνσταντινίδη, ο οποίος κάποτε κατέφυγε σε ενοχλητικά περιγέλαστα λόγια για το όνομα και τις απωανατολίτικες επιρροές του. Ο Πικιώνης, όπως όλοι οι μυστικιστές αρχιτέκτονες, διαισθάνθηκε ότι η λαϊκή τέχνη βρίθει από τέτοιες αλλόκοτες «παραμυθίες» (θυμηθείτε το Σπίτι του Ροδάκη στην Αίγινα), τις οποίες αισθανόμαστε εντελώς φυσικές και οικείες. Αν όχι από τον Νίκο Πολίτη ή τον Μέγα, σίγουρα από τον Ελύτη, τον Γκάτσο και τον Πεντζίκη γνωρίσαμε την ύπαρξη μιας «λαϊκής μαγείας» και «μαγγανείας», η οποία επιχείρησε την αποκρυπτογράφηση της φύσης, δίνοντας μέτρο ισορροπίας ακόμη και στις πιο «σκοτεινές» περιοχές της ανθρώπινης δραστηριότητας. Ξέρουμε σήμερα ότι μια τέτοια στρατηγική συναντήθηκε κάποτε με τον υπερρεαλισμό, του οποίου ο απόηχος δεν έχει ακόμη αποτιμηθεί. 

Να γιατί πολλοί μιλώντας για τον Πικιώνη απωθούν επιμελώς ό,τι δεν εξυπηρετεί το ιδεολόγημά τους, το οποίο κατ' ευφημισμόν ονομάστηκε «σαφής ερμηνευτικός στόχος». Αν σήμερα τοποθετούμε την αρχιτεκτονική στο κέντρο μιας ευρύτερης πολιτισμικής θεώρησης, κατά έναν μεγάλο βαθμό το οφείλουμε στον Πικιώνη. Αυτό που στην πραγματικότητα αναδύεται είναι ένα ατελές πολιτισμικό σχέδιο, το οποίο στη σημερινή, μετα-βιομηχανική, εποχή οι περισσότεροι το συγκρίνουν με τη σύγχρονη δημιουργία. «Ελιμπίσθηκα το ανέφικτο», θα γράψει σε μια υποσημείωσή του ο Πικιώνης, συνοψίζοντας με τη δύναμη της επιθυμίας όλο το έργο του.
 
Πού θα δείτε έργα του

Οικία Ευθυμιάδη - Μενεγάκη, Γρυπάρη 1, Κυπριάδου 
Οικία Ποταμιάνου, Νιόβης και Βασιλέως Παύλου 1, Φιλοθέη 
Δημοτικό Σχολείο στα Πευκάκια, Λυκαβηττός 
Ο διαμορφωμένος χώρος γύρω από την Ακρόπολη και τον λόφο Φιλοπάππου, 
Αγιος Δημήτριος Λουμπαρδιάρης και Τουριστικό Περίπτερο Φιλοπάππου 
Παιδική χαρά, Λεωφόρος Ελ. Βενιζέλου, Φιλοθέη 
Πολυκατοικία, Χέυδεν 27, Πλ. Βικτωρίας 
Οικία Σταματοπούλου, Αγίας Λαύρας και Λασκαράτου, Πατήσια 
Ξενοδοχείο Ξενία, Δελφοί 
Πειραματικό Σχολείο Θεσσαλονίκης
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου