Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου 2017

Γι­ῶρ­γος Λυ­κο­τρα­φί­της :Μιὰ νί­κη σὲ δι­α­γω­νι­σμὸ ζω­γρα­φι­κῆς



 


  
ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΗ ΤΟΥ ΜΑΚΡΙΝΟΥ 1964, προ­κει­μέ­νου νὰ ἑ­ορ­τα­σθοῦν τὰ τε­τρα­κό­σια χρό­νια ἀ­πὸ τὴν γέν­νη­ση τοῦ Σαίξ­πηρ, τὸ Βρε­τα­νι­κὸ Συμ­βού­λιο τῆς Ἀ­θή­νας προ­κή­ρυ­ξε δι­α­γω­νι­σμὸ ζω­γρα­φι­κῆς, στὸν ὁ­ποῖ­ο μπο­ροῦ­σαν νὰ συμ­με­τέ­χουν οἱ μα­θη­τὲς τῆς δευ­τε­ρο­βαθ­μί­ου ἀ­πὸ σύμ­πα­σα τὴν Ἐ­πι­κρά­τεια. Τὰ ἔρ­γα ποὺ θὰ ὑ­πε­βάλ­λον­το, ἐ­λευ­θέ­ρας τε­χνι­κῆς ἀλ­λὰ ὄ­χι με­γα­λύ­τε­ρα ἀ­πὸ τριά­ντα ἐ­πὶ πε­νήν­τα ἑ­κα­το­στά, θὰ ἔ­πρε­πε ἀ­πα­ραι­τή­τως νὰ εἶ­ναι ἐμ­πνευ­σμέ­να ἀ­πὸ τὸ ἐ­ξαί­σιο δρά­μα Ρω­μαῖ­ος καὶ Ἰ­ου­λι­έ­τα τοῦ κο­ρυ­φαί­ου Ἄγ­γλου δρα­μα­τουρ­γοῦ.
          Ἔ­σπα­σα τὸ κε­φά­λι μου γιὰ νὰ βρῶ κά­ποι­ο πρω­τό­τυ­πο θέ­μα συμ­με­το­χῆς. Ἀ­π' τὴν ἀρ­χή, ἡ φι­λό­λο­γος, κυ­ρί­α Μα­ρί­α Ἀ­λε­ξο­πού­λου, εἶ­χε κα­τα­στή­σει σα­φὲς ὅ­τι ὁ συ­να­γω­νι­σμὸς θὰ ἦ­ταν ἰ­δι­αί­τε­ρα σκλη­ρός, λό­γῳ τοῦ με­γά­λου ἀ­ριθ­μοῦ συμ­με­τε­χόν­των καί, ὁ­πωσ­δή­πο­τε, μιᾶς «πλη­ρέ­στε­ρης προ­ε­τοι­μα­σί­ας, θε­ω­ρη­τι­κῆς καὶ τε­χνι­κῆς, τῶν συμ­μα­θη­τῶν μας τῆς πρω­τεύ­ου­σας».
          Μέ­ρες δὲν μπο­ροῦ­σα νὰ κοι­μη­θῶ, θε­ω­ρών­τας ὅ­τι στὴν πρω­το­τυ­πί­α τοῦ θέ­μα­τος κρυ­βό­ταν τὸ κλει­δὶ τῆς ἐ­πι­τυ­χί­ας.
         Με­τὰ ἀ­πὸ δέ­κα ἡ­μέ­ρες, σχε­δόν, δύ­σκο­λων νυ­χτῶν (καὶ ἀ­κό­μη δυ­σκο­λο­τέ­ρων ἡ­με­ρῶν), πά­νω σε ἕ­να δη­μι­ουρ­γι­κὸ πα­ρο­ξυ­σμό, ἀ­πο­φά­σι­σα νὰ ζω­γρα­φί­σω τὴ συμ­μα­θή­τριά μου Κα­ρυ­στι­νά­κη, ποὺ κα­θό­ταν πάν­τα στὸ πρῶ­το θρα­νί­ο καὶ ἦ­ταν ἡ κα­λύ­τε­ρη μα­θή­τρια στὴν τά­ξη, ντυ­μέ­νη Ἰ­ου­λι­έ­τα.
         Τὴν ζω­γρά­φι­σα «ὁ­λόρ­θη καὶ ἀ­γέ­ρω­χη μέ­σ' στὴ νύ­χτα, ἐ­πά­νω στὸν πύρ­γο της, μὲ φόν­το τὸν οὐ­ρα­νό, μὲ τὸ φου­στά­νι της ποὺ κυ­μά­τι­ζε ἐ­λα­φριὰ στὸ φύ­ση­μα τοῦ ζε­φύ­ρου, μὲ πά­νω της κά­τι τὸ ἐ­ξω­τι­κό».
         Τὸ τρί­μη­νο τοῦ κα­λο­και­ριοῦ, ποὺ με­σο­λά­βη­σε μέ­χρι τὴν ἀ­να­κοί­νω­ση τῶν ἀ­πο­τε­λε­σμά­των, τὴν ἔ­βλε­πα ποὺ καὶ ποὺ ἀ­πὸ μα­κριά, στὴν πα­ρα­λί­α. Ἤ­θε­λα νὰ κερ­δί­σω πιὸ πο­λὺ γιὰ ἐ­κεί­νη, γιὰ νὰ δεί­ξω σὲ ὅ­λον τὸν κό­σμο πό­σο ὄ­μορ­φη ἦ­ταν.
         Το ἐρ­γά­κι μου τε­λι­κὰ δὲν προ­κρί­θη­κε.
         Ὅ­μως λί­γο πρὶν τὰ Χρι­στού­γεν­να, μπό­ρε­σα νὰ δῶ στὸ Φι­λο­λο­γι­κὸ Σύλ­λο­γο Παρ­νασ­σό, ὅ­που ἐ­κτέ­θη­καν τὰ δι­α­κρι­θέν­τα ἔρ­γα, τὸν ἑ­αυ­τό μου ντυ­μέ­νο Ρω­μαῖ­ο, στὸ βρα­βευ­μέ­νο ἔρ­γο τῆς συμ­μα­θή­τριάς μου. Στὴ γω­νί­α, κά­τω δε­ξιά, εἶ­χε γρά­ψει «Ἄν­δρος» (τὸ νη­σί της) καὶ δί­πλα ἀ­κρι­βῶς εἶ­χε βά­λει τὴν ὑ­πο­γρα­φή της: Νί­κη Κ.

Πη­γή: Πρώ­τη δη­μο­σί­ευ­ση.ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ

Γι­ῶρ­γος Λυ­κο­τρα­φί­τη­ς (Πύ­λος, 1964). Σπού­δα­σε στὴ Νο­μι­κὴ Ἀ­θη­νῶν καὶ Κα­νο­νι­κὸ Δί­και­ο στὸ Πον­τι­φι­κὸ Πα­νε­πι­στή­μιο τῆς Σα­λα­μάν­κα. Ἐρ­γά­ζε­ται στὸ Ὑ­πουρ­γεῖ­ο Ἐ­ξω­τε­ρι­κῶν. Ἔ­χει με­τα­φρά­σει κυ­ρί­ως πε­ζο­γρα­φί­α ἀ­πὸ τὴν ἱ­σπα­νι­κὴ καὶ ἱ­σπα­νό­φω­νη λο­γο­τε­χνί­α, ποί­η­ση τοῦ Auden, ἐ­νῶ ἔ­χει πρω­το­πα­ρου­σιά­σει τὸν Ἰρ­λαν­δὸ ποι­η­τὴ Louis MacNeice, σὲ ἔν­τυ­πα καὶ ἠ­λε­κτρο­νι­κὰ μέ­σα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου